Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Όλη η αλήθεια για την "βυζαντινή" αυτοκρατορία (μέρος 1ο)

Τα ονόματα που δίνουμε για να ξεχωρίσουμε πολιτισμούς λαούς ή έθνη παίζουν τεράστιο ρόλο στο πως αντιλαμβανόμαστε την ιστορία και εν τέλει πως συνδεόμαστε με το παρελθόν μας. Και εάν η ονοματοδοσία που δώσουμε είναι κίβδηλη, τότε εμφανίζονται παρεξηγήσεις και αναχρονισμοί που έχουν σαν αποτέλεσμα την δημιουργία αφηγημάτων που καμία σχέση δεν έχουν με την ιστορική πραγματικότητα. Όπως είχα γράψει και στο άρθρο "Όλη η αλήθεια για το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο", είναι εμφανές ότι η Επίσημη Ιστορία δεν ανταποκρίνεται κατά ανάγκη στην αλήθεια, κάθε άλλο μάλιστα. Ανάλογα με την περίπτωση, ακολουθεί αφηγήματα για να εξυπηρετήσει τις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Στην περίπτωση που θα εξετάσουμε δε, έχουμε να κάνουμε με την μεγαλύτερη ίσως παραχάραξη της Ιστορίας ενός πολιτισμού. Θα μιλήσουμε για την λεγόμενη "Βυζαντινη Αυτοκρατορία" που μας μαθαίνουν στην ιστορία και που αυτή ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ . 

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν το κράτος των Ρωμαίων που ηγεμόνευσε στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, της Ευρώπης και της Μέσης ανατολής κατά την περίοδο της αρχαιότητας αλλά μέχρι και τον λεγόμενο Μεσαίωνα. Αποτέλεσε την εξέλιξη του Ρωμαϊκού πολιτεύματος Res Publica όπως λειτουργούσε πρωτύτερα, όταν ο Οκταβιανός έγινε Augustus και Princeps και πήρε ουσιαστικά στα χέρια του την απόλυτη εξουσία, διοικώντας σχεδόν σαν Μονάρχης. Όπως παραδοσιακά έκαναν οι Βασιλείς των Ελληνιστικών κρατών της ανατολής. Για τον λόγο αυτό, Ο Οκταβιανός θεωρείται και ο πρώτος αυτοκράτορας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η περίοδος από το 27 π.χ έως και το 284 μ.χ. ονομάζεται συμβατικά Principate (Πριγκιπάτο) και χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια των πρώτων αυτοκρατόρων να κρατήσουν έστω και κατ'επίφαση τους δημοκρατικούς θεσμούς του προηγούμενου καθεστώτος της Res Publica. Έτσι για παράδειγμα, η απονομή απόλυτης εξουσίας στον ηγεμόνα γινόταν με νόμο ψηφισμένο από τις λαϊκές συνελεύσεις και η επικύρωση από τη Σύγκλητο του διαδόχου του ηγεμόνα. Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι εφαρμόστηκε αρκετές φορές το σύστημα της υιοθεσίας για τη αυτοκρατορική διαδοχή σε αντίθεση με την κληρονομική διαδοχή που ήταν συνηθισμένη τακτική στα μοναρχικά καθεστώτα. Θεωρείται δε από πολλούς ιστορικούς ως η περίοδος ακμής της αυτοκρατορίας, που εδαφικά έφτασε στο απόγειο της επί αυτοκράτορα Ανδριανού. Τότε είναι που έδρασαν και οι λεγόμενοι Πέντε καλοί αυτοκράτορες. Ένα από τα σημαντικότερα διατάγματα, που θα μας απασχολήσει και στη συνέχεια, εκδόθηκε το 212 επί αυτοκράτορα Καρακάλλα (198 - 209 μ.χ ), το λεγόμενο Constitutio antoniniana. Σύμφωνα με αυτό όλοι οι ελεύθεροι κάτοικοι της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας αποκτούν το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη. Η παραχώρηση του δικαιώματος του Ρωμαίου, είχε τεράστια σημασία διότι εξέφρασε και επίσημα πλέον τον μετασχηματισμό της αυτοκρατορίας που κυριαρχούσε το γένος των Ρωμαίων επί των κατακτημένων λαών, σε μια παγκόσμια, οικουμενική αυτοκρατορία. Ο Ρωμαίος δεν είναι πλέον ο κάτοικος της Ρώμης, αυτός που η γενιά του κατάγεται από τη Ρώμη ή την ευρύτερη περιοχή της Ιταλίας ή ο ευγενής αριστοκράτης που του έχει παραχωρηθεί ο τίτλος αλλά είναι ο ελεύθερος πολίτης του αχανούς κράτους, της αυτοκρατορίας. Με άλλα λόγια, η έννοια του Ρωμαίου γίνεται πλέον και επίσημα πολιτική και δεν έχει σχέση, όπως λανθασμένα πιστεύουν πολλοί, με την καταγωγή ή το γένος. Στο τέλος της περιόδου του Principate, δηλαδή μέσα και τέλη του 3ου μ.χ αιώνα η αυτοκρατορία βρέθηκε σε μια μακραίωνη περίοδο εμφυλίων πολέμων, βαρβαρικών επιδρομών και πολιτικών αναταραχών. Στα πενήντα χρόνια από τη δολοφονία του Σεπτήμου Σεβήρου μέχρι και την άνοδο του Αυρηλιανού που κατάφερε να αποκαταστήσει την αυτοκρατορία, δεκάδες αυτοκράτορες δολοφονήθηκαν και επικράτησε πολιτική αναρχία. Η Ρώμη από Πρωτεύουσα σταδιακά μετατρέπεται σε μια επαρχία της αυτοκρατορίας. Αυτό συνέβη, μεταξύ άλλων, διότι οι Στρατιώτες-Αυτοκράτορες που κυβέρνησαν, ως επί το πλείστων, προτιμούσαν να έχουν σαν πρωτεύουσα την Πόλη στην οποία διέμεναν και ασκούσαν στρατιωτική διοίκηση. Το κέντρο βάρους βρισκόταν συνήθως στην ανατολή, εφόσον εκεί ήταν οι πλουσιότερες και σημαντικότερες επαρχίες της αλλά και ο ισχυρότερος εχθρός της Ρώμης, η Περσική αυτοκρατορία. 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΜΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Με την άνοδο του Διοκλητιανού (285-305) ξεκινάει η δεύτερη περίοδος που ονομάζεται συμβατικά Dominate (Δεσποτάτο), με την εδραίωση πλέον του αυτοκρατορικού θεσμού, την πλήρους αποδυνάμωσης της Ρωμαϊκής Γερουσίας και την καθιέρωση δεσποτικού - "Ανατολίτικου" τύπου εθίμων όπως για παράδειγμα να τιμάται ο αυτοκράτορας ως θεός και να αναφέρεται επίσημα πια ως Dominus (Δεσπότης) ή με την κληρονομική μετάβαση της αυτοκρατορικής εξουσίας. Να τονίσουμε εδώ ότι παρόλο που ο αυτοκράτορας έχει συγκεντρώσει την απόλυτη εξουσία στα χέρια του, ωστόσο παραμένει υπόλογος απέναντι στον στρατό, τον λαό και το κράτος. Κατέχει με άλλα λόγια το ανώτατο αξίωμα του Κράτους, που έχει όπως είναι φυσικό προνόμια αλλά και υποχρεώσεις. Έτσι εάν ο αυτοκράτορας δεν κάνει καλή διαχείριση και βρεθεί για κάποιον λόγο σε δυσμένεια, ο τίτλος αυτός, χωρίς αυτό να γίνεται με κάποια επίσημη διαδικασία, ουσιαστικά αφαιρείται και τη θέση του την παίρνει κάποιος άλλος. Κάτι που συνέβη κατά κόρων ιδιαίτερα στα μετέπειτα "Βυζαντινά" χρόνια. Αυτή είναι και η κύρια διαφορά με τις κλασσικές δεσποτείες της Ανατολής ή της φεουδαρχίας της μετέπειτα Δύσης, όπου ο ηγεμόνας είναι και κατ όνομα αλλά και κατ ουσία ο Κύριος και όλοι υπόλοιποι είναι οι δούλοι του. Δε νοείται η αντικατάσταση του σε καμία περίπτωση και εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αφορούσε αποκλειστικά τους Ευγενείς και όχι τον Λαό που ήταν υπόδουλος. Ο Διοκλητιανός αποφάσισε να δημιουργήσει ένα νέο σύστημα διοίκησης, διότι κατάλαβε ότι το αχανές κράτος της Ρώμης ήταν δύσκολο να διοικηθεί αποτελεσματικά από έναν και μόνο αυτοκράτορα. Το σύστημα αυτό ονομάστηκε Τετραρχία επειδή η αυτοκρατορική εξουσία διαμοιραζόταν σε τέσσερις συναυτοκράτορες, δύο Καίσαρες και δύο Αυγούστους, ο καθένας από τους οποίους διοικούσε μία μεγάλη γεωγραφική και διοικητική περιφέρεια, που ονομαζόταν υπαρχία. Ως πρωτεύουσες όρισε για το ένα τμήμα την πόλη Τρεβήρους στη Γαλατία, για το δεύτερο τμήμα τη Νικομήδεια της Βιθυνίας, για το τρίτο τμήμα το Σίρμιο στα Βαλκάνια και για το τέταρτο τμήμα που περιλάμβανε την Ιταλία δεν όρισε πρωτεύουσα τη Ρώμη αλλά το Μεδιολάνο, δηλαδή το σημερινό Μιλάνο. Έτσι η πόλη της Ρώμης έπαυσε να είναι και θεσμικά η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο Διοκλητιανός ανέλαβε το τμήμα που είχε πρωτεύουσα τη Νικομήδεια της Βιθυνίας, μια πόλη που βρισκόταν πολύ κοντά στη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη. Επομένως, και ουσιαστικά, το κέντρο βάρους της αυτοκρατορίας μετακινείται στην ανατολή, στις περιοχές όπου επικρατούσε το ελληνικό στοιχείο και η ανερχόμενη χριστιανική Θρησκεία. Η Τετραρχία δεν έμελε να κρατήσει πολλά χρόνια, λόγω της αντιπαράθεσης των καισάρων και Αυγούστων για την τελική επικράτηση. Έτσι, ύστερα από αλλεπάλληλες συμμαχίες και συγκρούσεις, Ο Κωνσταντίνος ο αποκαλούμενος "μέγας", από καίσαρας και στη συνέχεια Αύγουστος της Δύσης έγινε ο μονοκράτορας της αυτοκρατορίας το 324 μ.χ, όταν εξουδετέρωσε τον Λικίνιο που ήταν ο Αύγουστος της Ανατολής. Ο Κωνσταντίνος θεωρείται από πολλούς ως ο πρώτος "Βυζαντινός" Αυτοκράτορας διότι οι αποφάσεις που πήρε επιτάχυναν τον μετασχηματισμό της αυτοκρατορίας από το Λατινίζον "Imperium Rōmānum" βασισμένο στην αρχαία θρησκεία στην Ελληνίζουσα και Χριστιανική "Βασιλεία των Ρωμαίων" ή "Ρωμανία". Πρώτον, υπέγραψε με τον Λικίνιο το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ, θεσπίζοντας την αρχή της ανεξιθρησκίας. Δεύτερον, συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, την πλέον καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία της Χριστιανικής Εκκλησίας. Σαν αποτέλεσμα, έθεσε υπό την προστασία του τον Χριστιανισμό και ουσιαστικά βοήθησε στην εδραίωση του. Τέλος, αν και αρχικά διοίκησε τη Δύση, Ο Κωνσταντίνος κατάλαβε τη σημασία της Ανατολής για την επιβίωση της αυτοκρατορίας και αποφάσισε να χτίσει μια Νέα πόλη στην Ανατολή και να μεταφέρει εκεί την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Η πόλη αυτή χτίστηκε πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης του Βυζαντίου και ονομάστηκε "Nova Roma" δηλαδή Νέα Ρώμη. Ο λαός ωστόσο, ακολουθώντας τα πρότυπα της Ελληνιστικής Ανατολής, την ανέφερε απλά ως την Κωνσταντίνου Πόλις και καθιερώθηκε έτσι το όνομα "Κωνσταντινούπολη"

Η ΚΑΤΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΡΩΜΑΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ

Μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο και μέχρι και τον Μέγα Θεοδόσιο, η αυτοκρατορία διοικήθηκε είτε από έναν είτε από πολλούς αυτοκράτορες στα πρότυπα του συστήματος της Τετραρχίας που είχε καθιερώσει όπως είπαμε ο Διοκλητιανός. Έτσι για παράδειγμα τα τρία παιδιά του Κωνσταντίνου
 Μοιράστηκαν τη διοίκηση και εξουσία της αυτοκρατορίας. Αυτή η πρακτική, θα συνεχιστεί και στα λεγόμενα "βυζαντινά" χρόνια. Με τον Μέγα Θεοδόσιο δε, ξεκινάει και η παρα-ιστορία. Τα βιβλία και οι Ιστορικοί μας λένε ότι ο Θεοδόσιος διαίρεσε για τελευταία φορά την αυτοκρατορία σε δυτικό και ανατολικό τμήμα και τη μοίρασε στους γιους του. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αλήθεια. Η αυτοκρατορία ήταν πάντοτε ενιαία. Η εκκλησία, ο στρατός, οι θεσμοί, οι Νόμοι αλλά και η γλώσσα (Λατινικά και Ελληνικά) ήταν οι ίδιες είτε στην ανατολή είτε στη δύση. Ο Θεοδόσιος έκανε ότι έκαναν οι προκάτοχοι του, δηλαδή κληροδότησε στους απογόνους του τη διοίκηση της αυτοκρατορίας και αποφασίστηκε ο Αρκάδιος ως Αύγουστος να διοικήσει το ανατολικό τμήμα με έδρα την Κωνσταντινούπολη και ο Ονώριος ως Αύγουστος και αυτός (που ήταν μικρότερος) να διοικήσει το δυτικό τμήμα με έδρα το Μιλάνο και αργότερα τη Ραβένα (και όχι την Ρώμη). Η εξουσία της Ρώμης στη Δύση άρχισε να καταλύεται σταδιακά καθώς οι βαρβαρικές φυλές (οι Γότθοι, Ούννοι και οι Βάνδαλοι και οι Φράγκοι) εισέβαλαν και εγκαταστάθηκαν μαζικά στα παλιά Ρωμαϊκά εδάφη. Είναι χαρακτηριστικό δε ότι από το 395 μ.χ και μετά γίνονται αναφορές σε κρατικές οντότητες που δεν υπήρξαν ποτέ. Υπάρχει ένας ρητός διαχωρισμός μεταξύ Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και Ανατολικής Ρωμαϊκής ή "Βυζαντινής" Αυτοκρατορίας . Με "μικρά γράμματα" αναγράφεται ωστόσο η αλήθεια, ότι κανείς την εποχή εκείνη δε γνώριζε αυτά τα κράτη και είναι κάτι που το κάνουν οι σύγχρονοι Ιστορικοί για "ευκολία", διότι οι άνθρωποι τότε, γνώριζαν πολύ καλά ότι η αυτοκρατορία ήταν μια και ενιαία. Άρα εφόσον υπήρχε μια και μόνο αυτοκρατορία, γιατί εμείς από τον Θεοδόσιο και μετά μιλάμε για δύο; Άλλο ένα χαρακτηριστικό είναι ότι για τους αυτοκράτορες της "Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας" ο κατάλογος έχει μέσα ένα κάρο σφετεριστές μην αναγνωρισμένους, έτσι για να φαίνεται ότι υπήρχαν πολλοί. Με την ίδια λογική θα έπρεπε να αναφέρονται όλοι οι μη αναγνωρισμένοι σφετεριστές συνολικά, κάτι που εννοείται πως δε γίνεται.

Τα βαρβαρικά βασίλεια που εγκαθιδρύθηκαν μετά την πτώση της Ρωμαικής Δύσης.
Τα κυριότερα ήταν Οι Ωστρογότθοι στην Ιταλική Χερσόνησο, Οι Βησιγότθοι στην Ισπανία, Οι Βανδάλοι στην βόρεια Αφρική και Οι Φράγκοι και Αλαμανοί στην Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη. 

H σταδιακή κατάρρευση λοιπόν της Δύσης, ξεκίνησε από την πίεση και τις επιδρομές των Ούννων που εμφανίστηκαν στα βόρεια σύνορα του Ρωμαϊκού κράτους και είχαν σαν αποτέλεσμα τη μαζική μετανάστευση των λαών που κατοικούσαν εκεί και την είσοδό τους στη Ρωμαϊκή επικράτεια. Αρχικά, οι βαρβαρικοί λαοί ζητούσαν γη από τη Ρώμη και σαν αντάλλαγμα προσέφεραν τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες. Έτσι δημιουργήθηκαν στρατιωτικές μονάδες, που είχαν το όνομα φοιδεράτοι (Foederati) και πολεμούσαν στον πλευρό της Αυτοκρατορίας. Στα μέσα του 4ου αιώνα, η Αυτοκρατορία, ειδικά στις δυτικές της επαρχίες, εξαρτιόνταν στρατιωτικά σχεδόν αποκλειστικά από αυτές τις "βαρβαρικές" μονάδες. Είναι σημαντικό εδώ να παρατηρήσουμε ότι η σχέση μεταξύ του αρχηγού της φυλής, που διοικούσε τη μονάδα και λάμβανε από την Ρώμη την Γη , συνήθως μια επαρχία με τη Βίλλα του διοικητή να είναι ουσιαστικά η έδρα του, μετεξελίχθηκε στο σύστημα της Φεουδαρχίας του Μεσαίωνα. Έτσι όταν η Ρωμαϊκή διοίκηση κατέρρευσε, οι αργηγοί αυτοί έγιναν οι τοπικοί Φεουδάρχες που εξουσίαζαν τον Λαό τους μέσω των σχέσεων εξάρτησης του συστήματος των φέουδων.  Τα χρόνια από το 410 όπου έγινε η πρώτη άλωση της Ρώμης από τους Βησιγότθους του Αλαρίχου μέχρι και τη δευτερη άλωση το 455 μ.χ από τους Βανδάλους, το Ρωμαϊκό κράτος στη Δύση διαλυόταν. Παρόλο που ο Στρατηγός Αέτιος κατάφερε μια σημαντική νίκη κατά των Ούννων στα Καταλαυνικά πεδία το 451 μ.χ, και απέτρεψε αποφασιστικά τη φοβερή απειλή τους, δεν κατάφερε να αναστρέψει τη διαφαινόμενη διάλυση. Ο τελευταίος Αύγουστος της Δύσης Ιούλιος Νέπως, εγκατέλειψε μετά από διαδοχικές ήττες την Ιταλία και τη Ραβένα, και εγκαταστάθηκε στη Δαλματία όπου δολοφονήθηκε το 480 μ.χ. Ο Οδόακρος που τον νίκησε, απέστειλε τα αυτοκρατορικά εμβλήματα στον Ζήνωνα, σηματοδοτώντας έτσι και συμβολικά την κατάλυση της αυτοκρατορικής εξουσίας στη Δύση. Διορίστηκε πατρίκιος της Ιταλίας και ορκίστηκε τυπικά υποταγή στον μόνο πλέον Ρωμαίο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης. Ουσιαστικά όμως ήταν ανεξάρτητος και Βασιλιάς της Ιταλίας, της Σικελίας και αργότερα της Δαλματίας.  

Η ΜΕΡΙΚΗ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ 

Παρόλο που η αυτοκρατορική εξουσία στη δύση είχε πλέον καταλυθεί και επίσημα το 480 μ.χ, η έννοια της οικουμενικότητας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν αυτονόητη για τους αυτοκράτορες αλλά και για τους πολίτες της. Σαν συνέπεια, η ανάκτηση των χαμένων εδαφών και των αλύτρωτων πατρίδων ήταν πάντοτε η σταθερή πολιτική ιδεολογία που άντεξε όσο και η ίδια η αυτοκρατορία. Υπό αυτήν την έννοια λοιπόν, όλοι οι μετέπειτα πόλεμοι μεταξύ της βασιλείας των Ρωμαίων και των βαρβαρικών κρατών ήταν ουσιαστικά πόλεμοι αμυντικοί. Μην ξεχνάμε ότι το αυτοκρατορικό έμβλημα της τελευταίας Παλαιολόγιας Δυναστείας, δηλαδή ο δικέφαλος αετός, συμβολίζει αυτό ακριβώς, τη Ρωμαϊκή οικουμενική εξουσία σε ανατολή και δύση. Έτσι δε θα πρέπει να μας κάνει εντύπωση πως όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν, η ανάκτηση της δύσης πραγματοποιήθηκε έστω μερικώς αλλά σίγουρα όχι για πολύ. Ο Πέτρος Σαββάτιος ή αλλιώς Ιουνστινιανός έθεσε σαν στόχο του την ένωση της πάλαι ποτέ Ρωμαϊκής Δύσης με την Ανατολή, μέσω της κατάκτησης των βαρβαρικών βασιλείων που εγκαθιδρύθηκαν εκεί. Ο Στρατηγός του Βελισάριος κατάφερε να ανακτήσει την Καρχηδόνα και τα εδάφη της βορείου Αφρικής το 533 μ.χ καταλύοντας έτσι το κράτος των Βανδάλων. Η κατάκτηση της Ιταλίας ωστόσο δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Ο λεγόμενος Γοτθικός πόλεμος που μας τον εξιστόρησε ο Προκόπιος έμελε να κρατήσει σχεδόν 20 χρόνια (535-554) και στο διάστημα αυτό, μπορεί μεν οι Ρωμαίοι τελικά να επικράτησαν ωστόσο αυτό έγινε με μεγάλο κόστος. Ολόκληρες επαρχίες στην Ιταλία ερήμωσαν και ο ντόπιος πληθυσμός, με εξαίρεση τη Νότια Ιταλία αλλά και τα Νησιά Σικελία και Σαρδηνία, μάλλον έβλεπε τους Ρωμαίους σαν κατακτητές παρά σαν απελευθερωτές. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που αμέσως μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού, ένα μεγάλο μέρος της Ιταλίας κατακτήθηκε πολύ εύκολα από ένα άλλο βαρβαρικό φύλο, τους Λομβαρδούς. Έτσι η ευρύτερη περιοχή της Ρώμης και της Ραβένας μαζί με τη Νότια Ιταλία θα παρέμεναν στην αυτοκρατορική εξουσία ενώ το υπόλοιπο μέρος της Ιταλίας, ο βορράς και η ενδοχώρα, θα ανήκε στο νεοσύστατο βασίλειο των Λομβαρδών. Τέλος, ένα μικρό μέρος της Νότιας Ισπανίας μαζί με τις Βαλεαρίδες νήσους ανακτήθηκε ανέλπιστα από ένα μικρό εκστρατευτικό σώμα και προσαρτήθηκε και αυτή στις νέες δυτικές κτήσεις. Η μεσόγειος έγινε ξανά μια "Ρωμαϊκή λίμνη" ωστόσο αυτή η κατάσταση δε θα κρατούσε για πολύ. Η αυτοκρατορία θα πάσχιζε τους ερχόμενους αιώνες να επιβιώσει σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο και υπό τη μόνιμη απειλή από βορρά, νότο, δύση και ανατολή. Η ανάδυση ενός νέου πολιτισμού από την Ανατολή και τον νότο, η είσοδος και εγκατάσταση των Σλάβων και αβάρων από τον Βορρά και οι Λομβαρδοί κυρίως στην δύση, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές χριστιανικές έριδες της εικονομαχίας δημιούργησαν συνθήκες ολικής κατάρρευσης. Αυτά ωστόσο, θα τα δούμε αναλυτικά στο δεύτερο μέρος του άρθρου που θα ακολουθήσει.  

Άρατος ο Δαιμόνιος


Πηγές και παραπομπές:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου